Σάββατο 2 Μαρτίου 2024

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ

 Του πρεσβυτέρου Πέτρου Γιατρά

Αγαπητοί μου αδελφοί, καθώς είμαστε για τα καλά εντός της περιόδου του τριωδίου και πορευόμαστε στο κατώφλι της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστή, η Εκκλησία μας πολύ σοφά μας ετοιμάζει ή μάλλον μας προετοιμάζει όσο το δυνατόν καλύτερα γίνεται, για να εισέλθουμε στο στάδιο αυτό των αρετών όπως λέγεται και να δώσουμε τον δικό μας αγώνα, ο καθένας όπως και όσο μπορεί και αντέχει.

Για το λόγο αυτό, της καλής μας προετοιμασίας από την πλευρά της Εκκλησίας προς εμάς, οι Άγιοι Πατέρες μετατρέπουν την κάθε Κυριακή σε ένα σκαλοπάτι μιας σκάλας που οδηγεί στην Ανάσταση του Χριστού. Έτσι, έθεσαν την προηγούμενη Κυριακή να ακουστεί η ευαγγελική περικοπή του Τελώνου και του Φαρισαίου, για να μας δείξουν με τον καλύτερο δυνατό τρόπο το ποια πραγματικά είναι η ταπείνωση και από ποιες θυσίες δικές μας ευχαριστείται ο Θεός, που για να θυμηθούμε καλύτερα είναι η θυσία του εαυτού μας προς τους αδελφούς μας και το να μη νομίζουμε ότι εμείς είμαστε οι καλύτεροι από όλους και ότι τα κάνουμε όλα σωστά τηρώντας μόνο το γράμμα του νόμου, δηλαδή να μην έχουμε εγωισμό.

Σε συνέχεια αυτής της νοητής σκάλας, στη σημερινή ευαγγελική περικοπή, προβάλλεται άλλη μια παραβολή του Χριστού, η οποία φαίνεται να έχει άλλη θεματολογία, το νόημά της όμως συμπληρώνει την παραβολή της προηγούμενης Κυριακής.

Βλέπουμε εδώ, λοιπόν, έναν πλούσιο πατέρα να έχει δυο γιούς. Και ο ένας γιος είναι καλός, υπάκουος σε όλα, επιμελής στα καθήκοντα που ο πατέρας του αναθέτει. Θα λέγαμε είναι το καλό παιδί της οικογένειας που λέει σε όλα ναι και δε φέρνει αντίρρηση. Ο δεύτερος γιος από την άλλη, είναι ίσως πιο χα’ι’δεμένος, δεν πολυασχολείται με τα θέλω και τα πρέπει της οικογένειας, είναι αυτονομημένος και γενικά κοιτάζει τον εαυτούλη του, προσπαθώντας να περνάει καλά όσο το δυνατόν περισσότερο μπορεί, χωρίς να κοπιάζει. Και μία ημέρα των ημερών, κάνει ο δεύτερος αυτός γιος, τη δική του επανάσταση, παρουσιάζεται ενώπιον του πατέρα, απαιτεί τη μισή περιουσία που νομίζει ότι του ανήκει δικαιωματικά και ανακοινώνει σε όλους ότι θα φύγει από το σπίτι για να κάνει τη ζωή του.

Ο πατέρας, μας λέει η περικοπή, δεν αντέδρασε, δεν λογόφερε με τον γιό του, δεν τον μάλωσε, ούτε καν δεν τον έριξε στο φιλότιμο, να του πει, βρε παιδί μου, καλά περνάς στο σπίτι σου ούτως ή άλλως, δε σε ενοχλεί και κανένας, γι’ αυτό κάτσε μαζί μας και μη φεύγεις και μας στεναχωρείς και μας… Αντίθετα, χωρίς να εκφέρει τον παραμικρό, όπως είπαμε, λόγο, εκπληρώνει την επιθυμία του παιδιού του. Και τα χρόνια περνούν και περνούν, μα ο πατέρας έχει μέσα του την ελπίδα ότι θα γυρίσει το παιδί του, γι’ αυτό και ανεβαίνει στο ψηλότερο μέρος του σπιτιού και αγναντεύει τον ορίζοντα, μήπως και το δει να γυρίζει.

Όταν, λοιπόν, ο άσωτος γιος δεν τα πάει καλά όπως υπολόγιζε στη ζωή που διάλεξε, αλλά τρώει τα μούτρα του, τότε γυρίζει πίσω στο σπίτι του και στον πατέρα του ικετευτηκά, παρακαλώντας να τον δεχτούν πίσω ως έναν απλό και ταπεινό δούλο. Μα από τη χαρά του ο πατέρας τον αποκαθιστά πλήρως στην προηγούμενη κατάσταση και θέση του μέσα στο σπίτι και σχεδόν διατάζει τους πάντες να συνευφραθούν μαζί του για την επιστροφή του ασώτου υιού. Με αυτή τη συμπεριφορά του πατέρα όμως, ο υπάκουος γιος στενοχωριέται, αντιδρά και εναντιώνεται, εκφράζοντας το παράπονό του, ότι ο ίδιος σαν καλός που ήταν δεν είχε απολαύσει κανένα από τα αγαθά της πατρικής αγάπης.

Αδελφοί μου, ίσως μας φαίνεται λογική, αλλά αυτή η αντίδραση του ‘καλού’ γιού μας δείχνει δύο τινά. Πρώτον, ότι ήθελε να δικαιωθεί από τον πατέρα του και δεύτερον, ότι έχτισε τη δικαίωσή του εις βάρος του αδελφού του. Έκανε, δηλαδή, μια υπόγεια και κρυφή κατάκριση. Για να δούμε όμως, εμείς σήμερα με ποιον από τους δύο γιους μοιάζουμε ή προσπαθούμε να μοιάσουμε;

 Όπως γνωρίζετε, η Εκκλησία μας πριν από λίγο χρονικό διάστημα εξέδωσε μια εγκύκλιο που διαβάστηκε σε όλους τους ναούς, με σκοπό να επιβεβαιώσει τις θέσεις της σε σχέση με ένα νομοσχέδιο που ψηφίστηκε τελικά από την Πολιτεία. Αρκετοί όμως άνθρωποι που δηλώνουν ότι είναι χριστιανοί, που ζουν χριστιανικά, που συμμετέχουν στη λατρευτική ζωή, αμέσως εξεμάνισαν κατά της Εκκλησίας που γι’ αυτούς δεν ξεσηκώθηκε όπως έπρεπε, εξεμάνισαν κατά των πολιτικών που ψήφισαν το νομοσχέδιο – αλλά οι ίδιοι τους ψήφισαν και εξεμάνισαν τρίτον και εναντίον των ανθρώπων που πάσχουν από ένα συγκεκριμένο πάθος. Αυτό αδελφοί μου, είναι η επιτομή της κατάκρισης. Το να νομίζουμε ότι εμείς είμαστε οι σωστοί, οι καλύτεροι όλων των άλλων, οι χρηστοί και όλοι οι άλλοι το μόνο που αξίζουν είναι το πυρ το αιώνιον. Αντί να μοιάσουμε λοιπόν, στον άσωτο γιο που μετανόησε, γιατί και μεις άσωτοι είμαστε - μην ξεχνάμε ότι είμαστε εκτός Παραδείσου και παλεύουμε να ξαναμπούμε μέσασε αυτόν, μοιάζουμε όμως με τον ‘καλό’ γιο που βλέπει τα στραβά των άλλων κατακρίνοντας αδιακρίτως, όμως δε βλέπει τα δικά του ελαττώματα.

Έλεγε ο Άγιος Πορφύριος: Να αισθανόμαστε την κακία του άλλου σαν αρρώστια που τον βασανίζει και δεν μπορεί να απαλλαγεί. Γι αυτό να βλέπουμε τους αδελφούς με συμπάθεια και να τους φερόμαστε με ευγένεια λέγοντας μέσα μας με απλότητα το “Κύριε Ιησού Χριστέ”, για να δυναμώνει με την θεία χάρη η ψυχή μας και να μην κατακρίνουμε κανένα.

Όλους για αγίους να τους βλέπουμε. Όλοι μας μέσα φέρουμε τον παλαιό άνθρωπο. Ο πλησίον, όποιος και αν είναι, είναι “σαρξ εκ της σαρκός μας” , είναι αδελφός μας. Δεν μπορούμε ποτέ να κατηγορήσουμε τους άλλους , γιατί “ουδείς ποτέ την εαυτού σάρκα εμίσησε”.

Και ο Άγιος Πα’ί’σιος κατακλείει λέγοντας : «Μόνον ο Θεός κρίνει δίκαια, γιατί μόνον Αυτός γνωρίζει τίς καρδιές τών ανθρώπων. Εμείς, επειδή δέν ξέρουμε τήν δίκαιη κρίση τού Θεού, κρίνουμε κατ όψιν, εξωτερικά, καί γι αυτό πέφτουμε έξω καί αδικούμε τόν άλλον».


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου